
Συνέντευξη με τον Γιώργο Μυσιρλάκη.
Με αφορμή το νέο του βιβλίο: «Πλόες – Χαρτογραφώντας 40 χρόνια σε δημοσιογραφική ρότα»
Σαράντα χρόνια στις ρότες της ενημέρωσης δεν είναι απλώς ένας κύκλος ζωής· είναι ένα ταξίδι γεμάτο εμπειρίες, συγκινήσεις, αλλαγές, προκλήσεις και διαρκή αναμέτρηση με την αλήθεια. Ο Γιώργος Μυσιρλάκης αποτυπώνει στο νέο του βιβλίο «Πλόες» την πολύμορφη αυτή διαδρομή, χαρτογραφώντας τη δημοσιογραφία μέσα από γεγονότα, πρόσωπα, στιγμές και προσωπικά βιώματα. Με αφορμή την έκδοση, συζητάμε μαζί του για όσα έζησε, όσα κατέγραψε και όσα ονειρεύεται για το μέλλον της ενημέρωσης.
-Τι σας οδήγησε να συγκεντρώσετε την εμπειρία τεσσάρων δεκαετιών σε ένα βιβλίο;
Ένα πρωινό τον Μάϊο του 2024, που ξεκίνησε όπως τόσα άλλα, μια φράση του γιου μου, του Νίκου, που επαναλάμβανε τακτικά ήρθε να ξυπνήσει μέσα μου κάτι που χρόνια σιγόκαιγε: «Μπαμπά, γιατί δεν γράφεις αυτές τις ιστορίες;» που μου έχεις διηγηθεί κατά καιρούς και κάποιες που έζησα και ο ίδιος από κοντά.
Η επιμονή του, τρυφερή μα και αποφασιστική, με οδήγησε μπροστά στον υπολογιστή. Εκεί, άφησα την πένα που είχα εγκαταλείψει από το ’92 να ξαναβρεί φωνή μέσα από το πληκτρολόγιο.
Έτσι γεννήθηκε η ιδέα να χαρτογραφήσω τις μνήμες και τις εμπειρίες μιας ζωής, όχι για μένα μόνο, αλλά για να μείνουν ως μαρτυρία και παρακαταθήκη μα και συναισθήματα και διαδρομές. Σαράντα χρόνια δεν είναι απλώς αριθμός. Είναι μια ολόκληρη ζωή που ήθελα να χαρτογραφήσω, ώστε να μείνει ως μαρτυρία για τις επόμενες γενιές.
-Ο τίτλος «Πλόες» είναι πολύ συμβολικός. Τι αντιπροσωπεύει για εσάς;
Ο «πλους» είναι η πορεία του καραβιού, αλλά και της ψυχής. Κάθε ρεπορτάζ ήταν ένα ταξίδι σε άγνωστα νερά, κάθε συνάντηση ένας νέος ορίζοντας. Ο τίτλος είναι η εικόνα αυτής της διαδρομής: άλλοτε με φουρτούνες, άλλοτε με γαλήνιες θάλασσες, πάντα όμως με την αίσθηση ότι ταξιδεύεις προς την αλήθεια στο χώρο της ενημέρωσης.
-Πώς επιλέξατε το υλικό που θα περιλαμβανόταν στο βιβλίο;
Δεν διάλεξα με κριτήριο την ημερομηνία, ούτε με μια απλή χρονολογική καταγραφή, αλλά με το βάρος της μνήμης. Στιγμές που έλαμψαν σαν φάροι, γεγονότα που άφησαν αποτύπωμα, πρόσωπα που έγιναν καθρέφτες της εποχής. Ήθελα να φτιάξω όχι ένα αρχείο, αλλά ένα μωσαϊκό ζωής και στιγμές που δεν είναι μόνο γεγονότα, αλλά μνήμες που εκτιμώ πως αξίζει να μείνουν ζωντανές. Δεν πρόκειται για μια απλή συλλογή αναμνήσεων. Είναι μια χαρτογράφηση στιγμών που έζησα από την πρώτη γραμμή·, γεγονότων που σημάδεψαν μια ολόκληρη εποχή. Ένα προσωπικό ημερολόγιο πλεύσης, γραμμένο με την αλμύρα του χρόνου και το αποτύπωμα των ανθρώπων που συνάντησα στο διάβα μου μα και ένας ύμνος στην αυθεντική, μαχητική δημοσιογραφία.

-Ποια στιγμή της μακράς σας πορείας θεωρείτε καθοριστική;
Στην πορεία όλων αυτών των δεκαετιών, πολλές στιγμές σημάδεψαν τον δρόμο μου. Κορυφαίες όμως, υπήρξαν εκείνη που βρέθηκα στη θέση της ευθύνης, ως αρχισυντάκτης της εφημερίδας «Μεσόγειος» μα και όταν ανέλαβα ανταποκριτής του ΑΠΕ. Τότε συνειδητοποίησα ακόμη περισσότερο πως η ενημέρωση δεν είναι απλώς ένα επάγγελμα, είναι λειτούργημα. Είναι η αφοσίωση στην αλήθεια, ακόμη κι όταν αυτή πληγώνει, ακόμη κι όταν απαιτεί θυσίες. Το ίδιο καθοριστικές υπήρξαν και οι στιγμές όπου βρέθηκα απέναντι σε Έλληνες και ξένους ηγέτες, παρακολουθώντας από την πρώτη γραμμή την Ιστορία να γράφεται μπροστά στα μάτια μου. Εκεί, μέσα σε αίθουσες συσκέψεων, διαδρόμους εξουσίας και στιγμές παγκόσμιας έντασης, ένιωσα τι σημαίνει να είσαι μάρτυρας των γεγονότων που διαμορφώνουν τον κόσμο μας.
-Πώς έχει αλλάξει η δημοσιογραφία από όταν ξεκινήσατε μέχρι σήμερα;
Από τότε που έκανα τα πρώτα μου βήματα, στα τέλη της δεκαετίας του ’70, η δημοσιογραφία έχει αλλάξει σχεδόν όσο και ο ίδιος ο κόσμος. Εκείνη την εποχή, όλα περνούσαν μέσα από την ανθρώπινη επαφή: από τα σταθερά τηλέφωνα που κουδούνιζαν αργόσυρτα, από τα πρόχειρα σημειωματάρια που γέμιζαν βιαστικές γραμμές, από τα fax και τα φιλμ, τα χειρόγραφα κείμενα και –πάνω απ’ όλα– από τη μυρωδιά του μελανιού και του αντιμονίου που έμοιαζε να κρατά την είδηση ζωντανή.
Πρόλαβα ολόκληρο το ταξίδι της τυπογραφίας: από τις κάσες και τα μεταλλικά στοιχεία, όπου η λέξη γεννιόταν με κόπο και ιδρώτα, στη λινοτυπία και τη φωτοσύνθεση, κι ύστερα στη μεγάλη επανάσταση των ηλεκτρονικών υπολογιστών που άλλαξαν για πάντα όχι μόνο τον τρόπο που γράφουμε, αλλά και τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε την ίδια την ενημέρωση.
Σήμερα όλα είναι ψηφιακά, άμεσα, ακαριαία. Η είδηση δεν γνωρίζει σύνορα ούτε χρόνο· ταξιδεύει παντού μέσα σε δευτερόλεπτα. Μα η ταχύτητα, όσο κι αν μας χάρισε αμεσότητα, συχνά μάς στέρησε το βάθος.
Έκανε τη θάλασσα της ενημέρωσης πλατύτερη, αλλά όχι πάντοτε βαθύτερη. Κι όμως, μέσα σε όλες αυτές τις μεταμορφώσεις, κάτι μένει αναλλοίωτο: η ουσία της δημοσιογραφίας. Η αναζήτηση της αλήθειας.
Η ευθύνη απέναντι στον αναγνώστη. Ο σεβασμός στον άνθρωπο.
-Υπάρχει κάποιο ρεπορτάζ ή συμβάν που σας σημάδεψε;
Ναι, οι στιγμές που η δημοσιογραφία συνάντησε την ανθρώπινη τραγωδία. Εκεί δοκιμάζεται η ψυχή του δημοσιογράφου: να μεταφέρει την αλήθεια χωρίς να εκμεταλλευτεί τον πόνο, να σταθεί με σεβασμό απέναντι στον άνθρωπο.
Πολλά από αυτά τα γεγονότα με σημάδεψαν ανεξίτηλα. Ανάμεσά τους, η φρικτή δολοφονία των δύο καθηγητών, Βασίλη Ξανθόπουλου και Στέφανου Πνευματικού, στο Πανεπιστήμιο Κρήτης τον Νοέμβριο του 1990, από τα χέρια του ίδιου τους του μεταπτυχιακού φοιτητή Γιώργου Πέτροδσκαλάκη.
Ένα γεγονός που πάγωσε όχι μόνο την ακαδημαϊκή κοινότητα αλλά ολόκληρη τη χώρα.Το ίδιο και η υπόθεση του 40χρονου που το 1999 έπνιξε τρία από τα τέσσερα παιδιά του στον Αλμυρό ποταμό — μια ιστορία που κανένας νους δεν μπορεί να χωρέσει, ούτε καμία καρδιά να αντέξει.
Και, βέβαια, οι τέσσερις απαγωγές που συγκλόνισαν την Κρήτη, αφήνοντας πίσω τους ένα νεκρό μα και φόβο, αγωνία και ένα νησί που κρατούσε την ανάσα του, περιμένοντας το φως μέσα από το σκοτάδι.
Αυτές οι στιγμές σε αλλάζουν. Σου θυμίζουν ότι πίσω από κάθε λέξη υπάρχει μια ζωή· κι ότι το καθήκον του δημοσιογράφου δεν είναι μόνο να καταγράφει την πραγματικότητα, αλλά και να την τιμά!
-Ποιες ήταν οι μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετωπίσατε;
Η διαρκής μάχη με τα στερεότυπα και τις εύκολες γενικεύσεις υπήρξε πάντα ένας από τους πιο δύσκολους και αθόρυβους αγώνες μου. Ιδίως όταν επρόκειτο για την Κρήτη. Ένιωθα —και νιώθω ακόμη— την ανάγκη να υπερασπιστώ την αξιοπρέπειά , την ιστορία , τον βαθύ πολιτισμό, απέναντι σε επιφανειακές, βιαστικές ή και άδικες απεικονίσεις που, δυστυχώς, επιμένουν να εμφανίζονται μέχρι και σήμερα.
-Τι σας δίδαξαν αυτά τα 40 χρόνια;
Ότι η δημοσιογραφία, πάνω απ’ όλα, είναι ένα μεγάλο σχολείο ζωής, δια βίου μάθηση.
Σε μαθαίνει υπομονή, γιατί τίποτα αληθινό δεν κατακτιέται βιαστικά.
Σε μαθαίνει επιμονή, γιατί η αλήθεια κρύβεται συχνά πίσω από κλειστές πόρτες και σιωπές. Σε μαθαίνει σεβασμό — απέναντι στο γεγονός, απέναντι στον άνθρωπο, απέναντι στον ίδιο σου τον ρόλο.Κι ίσως το σημαντικότερο: σου θυμίζει πως η μνήμη είναι δύναμη.
Χωρίς μνήμη δεν υπάρχει συνέχεια, δεν υπάρχει προσανατολισμός, δεν υπάρχει μέλλον. Είναι ο άξονας γύρω από τον οποίο γυρίζει η πορεία μας, προσωπική και συλλογική.
Και η δημοσιογραφία, όταν υπηρετείται με συνέπεια, γίνεται φορέας αυτής της μνήμης.
-Τι θα θέλατε να πάρει μαζί του ο αναγνώστης όταν κλείσει το βιβλίο;
Την αίσθηση πως η δημοσιογραφία δεν είναι απλώς ένα επάγγελμα, αλλά ένα λειτούργημα που απαιτεί ψυχή. Να καταλάβει κανείς ότι πίσω από κάθε είδηση υπάρχει ένας άνθρωπος—ο δημοσιογράφος—που παλεύει να φωτίσει την πραγματικότητα με καθαρό βλέμμα, χωρίς φόβο και χωρίς προκατάληψη.
Να αντιληφθεί ότι η είδηση δεν είναι λέξεις σε χαρτί ή pixels σε μια οθόνη, αλλά το αποτύπωμα μιας προσπάθειας να αποκαλυφθεί η αλήθεια. Ένα ταξίδι συνεχές, που απαιτεί ήθος, ευθύνη και μια αδιάκοπη πίστη στον άνθρωπο.
-Σκέφτεστε ήδη ένα επόμενο βιβλίο;
Προς το παρόν, όχι. Δεν θεωρώ τον εαυτό μου συγγραφέα με την ευρύτερη έννοια αλλά περισσότερο έναν άνθρωπο που κατέγραψε μια πορεία, μια μνήμη, μια διαδρομή ζωής. Όμως, στη ζωή μην λες ποτέ «ποτέ». Κάποτε οι ιστορίες επιστρέφουν, ζητούν να ειπωθούν ξανά ή να συνεχιστούν. Κι αν έρθει εκείνη η στιγμή, ίσως η πένα να ξαναβρεί τον δρόμο της.
-Τι θα συμβουλεύατε έναν νέο δημοσιογράφο που ξεκινά σήμερα;
Να αγαπήσει την αλήθεια περισσότερο από την προβολή. Να μάθει να ακούει, να ερευνά, σε βάθος, να αμφισβητεί χωρίς φόβο και χωρίς προκαταλήψεις.
Και να θυμάται ότι η δημοσιογραφία είναι πάνω απ’ όλα ευθύνη απέναντι στην κοινωνία.
Ακόμη να προσθέσω κάτι ιδιαίτερα επίκαιρο: Να μην ξεχάσει ποτέ ότι η τεχνητή νοημοσύνη είναι εργαλείο — όχι συνείδηση. Να χρησιμοποιεί την τεχνητή νοημοσύνη όχι για να αντικαταστήσει τη σκέψη, αλλά μόνο και αν θεωρεί πως ίσως μπορεί να την ενισχύσει. Αν γίνεται, ας κάνει τα πρώτα του βήματα μέσα σε μια εφημερίδα.
Εκεί όπου η είδηση δεν περνά φευγαλέα, αλλά χτίζεται λέξη-λέξη, με κόπο, πειθαρχία και σεβασμό.
Να παραμείνει καθαρός, αδέσμευτος, και συνείδηση σε εγρήγορση.Μα πάνω απ’ όλα, να θυμάται ότι η δημοσιογραφία δεν είναι γεφύρι για προσωπική ανάδειξη, αλλά ευθύνη απέναντι στην κοινωνία.
Μια υπόσχεση να υπηρετεί τον άνθρωπο και την αλήθεια — ακόμη κι όταν αυτό είναι το πιο δύσκολο μονοπάτι.
“Κλείνοντας τη συνέντευξη αγαπητή Έλενα, , θα ήθελα να σε ευχαριστήσω θερμά, τόσο εσένα προσωπικά όσο και το endospolis.gr για το βήμα που μου δώσατε να αναπτύξω σκέψεις, μνήμες και διαδρομές μιας πορείας που απλώνεται σε τέσσερις δεκαετίες.
Θα ήθελα, επίσης, να εκφράσω τις πιο ειλικρινείς μου ευχαριστίες προς την Περιφέρεια Κρήτης και τον Περιφερειάρχη Σταύρο Αρναουτάκη, για την πολύτιμη υποστήριξή τους.
Με τη συνδρομή τους είχαμε τη δυνατότητα να ξαναδιασχίσουμε μαζί τη θάλασσα αυτών των σαράντα χρόνων: να θυμηθούμε, να στοχαστούμε και —ίσως— να αναζητήσουμε νέες ρότες για το μέλλον”.

Το βιβλίο «Πλόες – Χαρτογραφώντας 40 χρόνια σε δημοσιογραφική ρότα» θα παρουσιαστεί την Παρασκευή 9 Ιανουαρίου, στις 18:30, στην αίθουσα Καστελλάκη του Επιμελητηρίου Ηρακλείου, σε εκδήλωση της Περιφέρειας Κρήτης.
Κατά τη διάρκεια της παρουσίασης, το βιβλίο θα διανεμηθεί δωρεάν στους παρευρισκόμενους.
Σας ευχαριστώ!
Ακολουθήστε το Entospolis στο Facebook










