
Η αποσύνδεση από τον εαυτό είναι ίσως η πιο σοβαρή απειλή για την ψυχική μας υγεία. Δεν έχει ορατά συμπτώματα, δεν μετριέται σε εξετάσεις, αλλά διαβρώνει κάθε εμπειρία νοήματος. Ο άνθρωπος δεν παύει να ζει — παύει να κατοικεί τον εαυτό του. Δεν παύει να κινείται — παύει να αισθάνεται.
Η αποσύνδεση δεν συμβαίνει απότομα. Είναι μια σταδιακή μετατόπιση: από το βίωμα προς την εικόνα, από την παρουσία προς τον ρόλο, από το είναι προς το έχειν. Ο άνθρωπος αρχίζει να παρατηρεί τον εαυτό του απ’ έξω. Δεν είναι πια το υποκείμενο που ζει, αλλά το αντικείμενο που πρέπει να διαχειριστεί. Το σώμα του γίνεται εργαλείο, όχι κατοικία· τα συναισθήματά του, εμπόδια· οι σκέψεις του, μηχανισμοί ελέγχου· η αξία του, κάτι που πρέπει να αποδεικνύει ξανά και ξανά.
Αυτό το φαινόμενο γεννιέται νωρίς. Ένα παιδί που λαμβάνει αποδοχή μόνο όταν είναι «ήσυχο», «σωστό», «καλό μαθητής», μαθαίνει πως ορισμένα κομμάτια του δεν είναι αγαπημένα. Ο θυμός, η ζήλια, η θλίψη, ο φόβος εξορίζονται. Το παιδί χτίζει ένα πρόσωπο — μια περσόνα, όπως θα έλεγε ο Γιουνγκ — που γίνεται η ασπίδα του. Στην αρχή αυτή η ασπίδα το προστατεύει· με τον καιρό όμως, το απομονώνει. Ο εαυτός αρχίζει να ζει πίσω από την εικόνα του.
Καθώς μεγαλώνουμε, ο κόσμος μάς εκπαιδεύει να συνεχίσουμε αυτόν τον μηχανισμό. Ο ρυθμός της εποχής, οι απαιτήσεις της αγοράς, η υπερπληροφόρηση και η διαρκής έκθεση στις οθόνες συντηρούν την ψευδαίσθηση ότι πρέπει να είμαστε διαρκώς σε απόδοση. Η αξία μας μετριέται σε «likes», πωλήσεις, βήματα, παραγωγικότητα. Ο εγκέφαλος μαθαίνει ότι η ταχύτητα σημαίνει επιτυχία, η σιωπή απειλή, η ησυχία αποτυχία. Το σώμα παραμένει σε ήπια υπερδιέγερση ακόμα και την ώρα της ανάπαυσης, η αναπνοή ρηχαίνει, η επίγνωση χάνεται.
Κάτι μας αγγίζει — ένα βλέμμα, μια απόρριψη, μια αποτυχία — και το σώμα προσπαθεί να μιλήσει: κόμπος στο στήθος, βάρος στο στομάχι, κούραση στα μάτια. Όμως δεν ακούμε. Ο νους σπεύδει να «διορθώσει»: «Δούλεψε περισσότερο», «Μην το δείξεις», «Άνοιξε το κινητό». Για λίγα λεπτά ανακουφιζόμαστε, αλλά το μήνυμα του σώματος παραμένει εκεί, άγνωστο, απωθημένο. Έτσι γεννιέται το κενό. Όχι γιατί η ζωή δεν έχει νόημα, αλλά γιατί εμείς δεν την αισθανόμαστε πια.
Η αποσύνδεση δεν είναι απλώς ψυχολογικό φαινόμενο· είναι βιολογική συνθήκη. Όταν τα συναισθήματα δεν βιώνονται, η ενέργεια που τα συνοδεύει μένει εγκλωβισμένη στο σώμα. Εμφανίζεται ως μυϊκή ένταση, αϋπνία, δυσπεψία, ατονία, ψυχοσωματικά συμπτώματα. Η ψυχή φωνάζει μέσα από το σώμα της. Κάθε καταπιεσμένο συναίσθημα αναζητά διέξοδο, συνήθως μέσα από υπερφαγία, εξάρτηση, υπερβολική εργασία ή συναισθηματική απονέκρωση.
Η καθημερινότητα το κάνει αόρατο. Ένας άνθρωπος δουλεύει δώδεκα ώρες, κοιτά την οθόνη, απαντά μηνύματα, αλλά δεν νιώθει ούτε χαρά ούτε θλίψη. Λέει «είμαι καλά», αλλά η φωνή του είναι άτονη. Το βράδυ ανοίγει την τηλεόραση για να χαλαρώσει, όμως η ψυχή του παραμένει αμέτοχη. Άλλος ζει μέσα σε μια σχέση, αλλά δε συνδέεται πραγματικά· η τρυφερότητα έγινε ρόλος, η οικειότητα καθήκον. Κι άλλος, ενώ ασχολείται με την αυτοβελτίωση, τρέχει από σεμινάριο σε σεμινάριο, χωρίς να έχει κάτσει ούτε μία στιγμή να αισθανθεί πραγματικά τον εαυτό του. Αυτή είναι η αποσύνδεση: να ζεις επιφανειακά, αποφεύγοντας να εμβαθύνεις στη συναισθηματική εμπειρία, ξεχνώντας την ουσία.
Ο Φρομ το περιέγραψε ως μετάβαση από τον τρόπο του «είναι» στον τρόπο του «έχειν». Ο άνθρωπος παύει να ζει ως ύπαρξη και μετρά τον εαυτό του με την ιδιοκτησία: έχει επιτυχία, έχει γνώσεις, έχει εμπειρίες, αλλά δεν είναι τίποτα από αυτά. Ο Γκουρτζίεφ το ονόμασε «μηχανικότητα» — η ζωή χωρίς επίγνωση. Ο Γιουνγκ το είδε ως υπερ-επένδυση στην Περσόνα εις βάρος της Εσωτερικής Φύσης. Όλοι μιλούν για την ίδια ασθένεια με διαφορετικές λέξεις: το ξεχασμένο Είναι.
Ωστόσο, αυτή η αποσύνδεση δεν είναι μόνιμη καταδίκη. Μπορεί να αρχίσει να ραγίζει τη στιγμή που ο άνθρωπος κάνει μια απλή, αλλά επαναστατική πράξη: σταματά να τρέχει και αρχίζει να αισθάνεται. Όταν σταθεί, για λίγα δευτερόλεπτα, και ρωτήσει: «Τι συμβαίνει μέσα μου τώρα;». Όταν επιτρέψει σε ένα συναίσθημα να τον αγγίξει χωρίς να το αναλύσει. Όταν αναπνεύσει βαθιά χωρίς να χρειάζεται λόγο. Όταν ακούσει το σώμα του όπως θα άκουγε ένα παιδί που ζητά αγάπη.
Μπορεί να συμβεί παντού — στο γραφείο, όταν αναγνωρίσεις ότι πίσω από την τελειομανία σου κρύβεται φόβος απόρριψης· στο σπίτι, όταν κοιτάξεις το παιδί σου και επιτρέψεις στον εαυτό σου να συγκινηθεί αντί να το διορθώσεις για τα λάθη του· ή μέσα σε μια σιωπηλή στιγμή, όταν καταλάβεις ότι η κούραση που νιώθεις δεν είναι σωματική, αλλά υπαρξιακή. Κάθε τέτοια στιγμή είναι μια ρωγμή στο κέλυφος της αποσύνδεσης, μια επιστροφή στο παρόν.
Η αυθεντικότητα, σήμερα, δεν σημαίνει να πετάξεις τις μάσκες — σημαίνει να ξέρεις ότι τις φοράς. Να βλέπεις πώς γεννιούνται οι ρόλοι σου και να τους κρατάς με επίγνωση. Να μην προσποιείσαι ότι δεν έχεις άμυνες, αλλά να τις γνωρίζεις και να μην σε κυβερνούν. Να μένεις, δηλαδή, παρών μέσα σε ό,τι είσαι.
Η επανασύνδεση με τον εαυτό δεν απαιτεί φυγή από τον κόσμο. Απαιτεί να θυμηθούμε πώς να κατοικούμε μέσα του. Να ζούμε όχι για να προλάβουμε, αλλά για να συναντήσουμε. Να εργαζόμαστε όχι για να αποδείξουμε, αλλά για να δημιουργήσουμε. Να αγαπάμε όχι για να ολοκληρωθούμε, αλλά γιατί ήδη είμαστε ολόκληροι.
Κάθε φορά που αναπνέεις συνειδητά, που σταματάς να κρίνεις τον εαυτό σου, που επιτρέπεις σε μια συγκίνηση να βιωθεί χωρίς να την απορρίψεις, τότε ένα μικρό κομμάτι σου επιστρέφει σπίτι. Και εκεί, μέσα σε αυτή την απλή επιστροφή, αναδύεται ξανά το νόημα. Όχι ως θεωρία, αλλά ως αίσθηση: μια ήσυχη, διακριτική βεβαιότητα ότι η ζωή αξίζει επειδή είναι παρούσα μέσα σου.
Γιάννα Χουρδάκη, Ψυχολόγος, Παιδοψυχολόγος.
Πλατεία Ελευθερίας 45, 6947940293
Ακολουθήστε το Entospolis στο Facebook