
γράφει ο Κώστας Υφαντής*
*Kαθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο
Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, η πιθανότητα κλιμάκωσης της αντιπαράθεσης μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας είναι ακόμα σημαντική. Η κατάσταση, αν και σταθερή, παραμένει οριακή. Η Τουρκία, αντιδρώντας στη στρατηγικού χαρακτήρα κίνηση της Ελλάδας να συμφωνήσει στην οριοθέτηση θαλάσσιων ζωνών με την Αίγυπτο, επιδιώκει να εκβιάσει την Ελλάδα (και τη διεθνή κοινότητα) και να τη σύρει σε μια διαπραγμάτευση tabula rasa. Αυτή η επιδίωξη της Αγκυρας είναι πάγια τουρκική στόχευση. Αυτή τη στιγμή, η προσπάθεια του Βερολίνου που διαμεσολαβεί είναι η αναζωογόνηση της διαδικασίας των διερευνητικών επαφών. Ομως, είναι σαφές ότι η Τουρκία πλέον δεν θέλει την ουσιαστική διμερή διαπραγμάτευση με την Ελλάδα, γιατί ξέρει ότι η προσπάθειά της να αποφύγει το πλαίσιο του Δικαίου της Θάλασσας και τη δέσμευση για προσφυγή στη διεθνή Δικαιοσύνη καθίσταται απρόσφορη.
Γι’ αυτό και παράλληλα, με τη ρητορική όξυνση που συνοδεύει την τουρκική πρόκληση «επί του πεδίου», υπάρχουν οι δηλώσεις «καλών προθέσεων» του Προέδρου Ερντογάν. Μια πρόσκληση σε διάλογο, που απευθύνεται σε όλες -ή σχεδόν σε όλες- τις χώρες της περιοχής. Μπορούμε να ερμηνεύσουμε αυτό το «σάλπισμα ειρήνης»;
Η πρόσκληση έρχεται ενώ η Τουρκία απειλεί και επαναλαμβάνει τις εξαγγελίες της για έρευνες σε όλο το εύρος της ανατολικής Μεσογείου, από την Κύπρο μέχρι την περιοχή νοτίως της Κρήτης. Το προκλητικό διάβημα με το «Oruc Reis» και τη μοίρα του τουρκικού πολεμικού ναυτικού που το συνοδεύει στέλνει ένα σαφές μήνυμα για το τι πρόκειται να ακολουθήσει. Οι αντοχές της Ελλάδας δοκιμάζονται και μαζί και η ψυχραιμία της. Η Αθήνα σωστά διαχειρίζεται την κρίση, με στόχο την αποκλιμάκωση. Αποκλιμάκωση που δεν μπορεί παρά να περιλαμβάνει ως βασική προϋπόθεση τον τερματισμό της ερευνητικής παρουσίας του τουρκικού σκάφους στη συγκεκριμένη περιοχή.
Η Ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία καθιστά τη διπλωματική και νομική θέση της Αγκυρας αφόρητη. Μαζί με τις υπόλοιπες συμφωνίες οριοθέτησης στην ανατολική Μεσόγειο, κατεδαφίζει το βασικό επιχείρημα της Τουρκίας ότι η Ελλάδα και η Κύπρος δεν έχουν δικαιώματα υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ. Η Τουρκία αντιμετωπίζει τις δύο χώρες σχεδόν ως «περίκλειστες». Απορρίπτει το Δίκαιο της Θάλασσας ως πλαίσιο διαλόγου, καθώς και την προσφυγή στη διεθνή Δικαιοσύνη. Ετσι εξηγούνται η νευρική αντίδραση και η αύξηση της έντασης σε επίπεδο κρίσης.
Η Αγκυρα προκαλεί κρίση, εκφοβίζει, απειλεί και ταυτόχρονα προσκαλεί. Η πρόσκληση δεν είναι προσχηματική, αλλά η μόνη διέξοδος που της έχει απομείνει, αφού, ό,τι και να γίνει, η Τουρκία δεν θα κερδίσει τη νομιμοποίηση και τη νομιμότητα που διεκδικεί προσχηματικά. Αν και όλα τα παραπάνω φαίνεται να κινούνται στη σφαίρα του παράδοξου, η Αγκυρα προσπαθεί να επιβάλει μια διαδικασία που στα μάτια «αδιάφορων» τρίτων μάλλον εύκολα θα εκληφθεί ως αποδεκτή, αν όχι ελκυστική. Θα προτείνει μια διαδικασία πολυμερούς διάσκεψης, κατά την οποία όλα τα κράτη της ανατολικής Μεσογείου θα συζητήσουν τα ζητήματα οριοθετήσεων εκ του μηδενός και χωρίς προϋποθέσεις. Σε ένα πολυμερές πλαίσιο, προφανώς η Κυπριακή Δημοκρατία δεν θα έχει θέση, εκτός αν γίνει δεκτή και η τουρκοκυπριακή ηγεσία. Μια «μεγάλη πρωτοβουλία ειρήνης», ίσως ένα Νόμπελ! Θα είναι μια διαδικασία τύπου «Αστάνα», κατά την οποία η «συναλλακτική» (transactional) λογική του Προέδρου Ερντογάν θα μπορεί να ξεδιπλωθεί.
Η Αθήνα, για λόγους που γίνονται εύκολα κατανοητοί, πρέπει να είναι έτοιμη να αντιδράσει με μια αντιπρόταση που θα αφήνει την προοπτική της συζήτησης ανοικτή. Πάνω από όλα, θα πρέπει να πιέσει και να προτείνει συνεχώς ένα διάλογο με αυστηρές προϋποθέσεις. Ποτέ στην ιστορία των διεθνών σχέσεων δεν υπάρχει «απροϋπόθετος διάλογος» και διάλογος για ζητήματα κυριαρχίας. Μόνο ηττημένες στο πεδίο της μάχης και υπό κατοχή χώρες «αποδέχονται» διαπραγματεύσεις που να αφορούν ζητήματα κυριαρχίας.
Για την Ελληνική πλευρά υπάρχει η αυτονόητη προϋπόθεση του τερματισμού ή του παγώματος όλων των παράνομων δραστηριοτήτων της Τουρκίας. Δεύτερη προϋπόθεση είναι η αποδοχή των προβλέψεων του Δικαίου της Θάλασσας ως πλαίσιο διαπραγμάτευσης, αλλά και η εκ των προτέρων δέσμευση για τη δικαστική επίλυση των όποιων διαφορών (ως προς την οριοθέτηση) παραμείνουν. Τρίτη προϋπόθεση η συμμετοχή της Κυπριακής Δημοκρατίας και τέταρτη η αντιπροσωπεία της Λιβύης να είναι αντιπροσωπευτική. Η τελευταία προϋπόθεση ίσως επιτρέψει τη συμμετοχή του Καΐρου. Προφανώς επιβάλλεται η προηγούμενη συνεννόηση με την Αίγυπτο. Θα ήταν εξαιρετικό μια τέτοια πρόταση να κατατεθεί από κοινού με την Ιταλία και την Αίγυπτο. Η σοβαρή υποστήριξη από την πλευρά της Ε.Ε. και των ΗΠΑ είναι κρίσιμη. Επίσης, η εξασφάλιση της πολιτικής υποστήριξης, ή έστω ευνοϊκής ουδετερότητας, των μονίμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας θα έδινε σημαντική διπλωματική ώθηση.
Τι πιθανότητες έχει μια τέτοια πρόταση να γίνει αποδεκτή από την Αγκυρα; Οχι μεγάλες, αλλά η θέση της θα γίνει ακόμη πιο δύσκολη. Είναι μια επίθεση νομιμότητας και αυτοπεποίθησης. Η παρουσίαση εδώ είναι σύντομη, σχεδόν απλουστευτική. Η διαδικασία θα είναι επώδυνη και με παγίδες. Οι τελευταίες είναι γνωστές. Η Αθήνα δείχνει ότι δεν φοβάται τη σύγκρουση αν της επιβληθεί. Δεν πρέπει να φοβηθεί τον διάλογο.
REAL.GR
Ακολουθήστε το Entospolis στο Facebook